Τι είναι η οστεοπόρωση;
Είναι μια νόσος των οστών, που χαρακτηρίζεται από μειωμένη οστική αντοχή, που οφείλεται σε μείωση της οστικής πυκνότητας και αλλοίωση της μικροαρχιτεκτονικής δομής των οστών, με αποτέλεσμα αυξημένη ευθραυστότητα των οστών και αυξημένο κίνδυνο καταγμάτων.
Ποια είναι η διαφορά μεταξύ οστεοπόρωσης και οστεοπενίας;
Η μέτρηση της οστικής μάζας γίνεται με τα ειδικά μηχανήματα της οστικής πυκνομετρίας. Με αυτήν την εξέταση συγκρίνεται η τιμή του εξεταζόμενου με εκείνη ενός υγιή νεαρού ενήλικα και εκφράζεται αριθμητικά με ποσοστιαίες μονάδες. Πόσες, δηλαδή μονάδες πιο κάτω από το φυσιολογικό βρίσκεται ο εξεταζόμενος.
Σύμφωνα λοιπόν με αυτές τις μετρήσεις, Οστεοπενία έχει όποιος εμφανίζει τιμές -1,5 έως -2,5, ενώ οστεοπόρωση όποιος βρίσκεται με τιμές πιο κάτω από το -2,5. Όταν οι τιμές είναι χαμηλότερες του -3.5 τότε πρόκειται για βαριά οστεοπόρωση.
Πότε εμφανίζεται η οστεοπόρωση;
Στις γυναίκες αρχίζει η οστική αραίωση, συνήθως, μετά την εμμηνόπαυση.
Στην συνέχεια, η απώλεια της οστικής μάζας γίνεται εντονότερη, με ρυθμό που σε άλλες γυναίκες είναι ταχύς και σε άλλες βραδύς.
Χαμηλή οστική μάζα όμως μπορεί να εμφανίσουν και γυναίκες πριν την εμμηνόπαυση, άνδρες ακόμα και παιδιά σε ορισμένες παθολογικές καταστάσεις. Επίσης η συνεχής χορήγηση ορισμένων φαρμάκων, όπως η κορτιζόνη, ή διάφορα χρόνια νοσήματα, όπως η μεσογειακή αναιμία, προκαλούν την λεγόμενη δευτεροπαθή οστεοπόρωση. Τα άτομα αυτά ανεξάρτητα από την ηλικία και το φύλο τους θα πρέπει να υπολογίζονται ως οστεοπορωτικά και θα πρέπει να υποβληθούν σε θεραπεία.
Η οστεοπόρωση αφορά και τους άνδρες;
Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερο αναγνωρίζεται ότι η οστεοπόρωση αφορά και τους άνδρες. Πολύ γενικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι εμφανίζεται στις μεγαλύτερες ηλικίες ως γεροντική οστεοπόρωση ενώ στις νεότερες ηλικίες σχετίζεται με παθολογικά προβλήματα, κυρίως υπογοναδισμό, είτε με την λήψη φαρμάκων.
Ποιος ο κίνδυνος από οστεοπόρωση;
Όταν έχει μειωθεί η οστική αντοχή από την οστεοπόρωση υπάρχει κίνδυνος, με μικρή βία, να προκληθεί κάταγμα σε κάποιο σημείο του σκελετού. Μιλώντας για μικρή βία εννοούμε μια απλή πτώση ή μια έντονη μυϊκή προσπάθεια,
Επειδή όμως η οστική αντοχή που καθορίζει και την επικινδυνότητα για κάταγμα δεν εξαρτάται μόνο από την οστική πυκνότητα αλλά και από άλλες παραμέτρους, που σχετίζονται με την ποιότητα των οστών, έχουν παρατηρηθεί αρκετές περιπτώσεις ασθενών που έπαθαν κάταγμα με σχετικά μικρή βία ενώ η οστική τους μέτρηση έδειξε οστεοπενία. Γι αυτό και οι ασθενείς με οστεοπενία δεν πρέπει να εφησυχάζουν αλλά να ελέγχουν με τον γιατρό τους την επικινδυνότητα για κάταγμα.
Τα οστεοπορωτικά κατάγματα, ιδίως στην περιοχή του ισχίου και του καρπού, είναι αρκετά σοβαρά και συνήθως για την αντιμετώπισή τους χρειάζεται χειρουργική επέμβαση.
Το κακό με την οστεοπόρωση είναι ότι δεν προειδοποιεί με κάποια πρώτα συμπτώματα και έτσι το κάταγμα αποτελεί συχνά την πρώτη εκδήλωση της νόσου .
Πως μπορεί να γίνει η διάγνωση της οστεοπόρωσης πριν γίνει το κάταγμα;
Οι γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση πρέπει να συμβουλεύονται τον γιατρό τους για τις ειδικές εξετάσεις που υπάρχουν για την διάγνωση της οστεοπόρωσης.
Η μέτρηση της οστικής μάζας και ειδικές βιοχημικές αναλύσεις δείχνουν το μέγεθος της οστικής αραίωσης και αν αυτή χρειάζεται ειδική θεραπεία.
Πότε θα πρέπει να γίνει η πρώτη μέτρηση οστικής πυκνότητας;
Όλες οι επιστημονικές οργανώσεις που ασχολούνται με την οστεοπόρωση έχουν καταλήξει ότι η πρώτη μέτρηση οστικής πυκνότητας στον γυναικείο πληθυσμό θα πρέπει να γίνεται μετά την εμμηνόπαυση.
Ο έλεγχος γυναικών πριν την εμμηνόπαυση θα πρέπει να είναι επιλεκτικός και μόνο όταν ο γιατρός εκτιμά για διαφόρους λόγους ότι είναι απαραίτητη. Ωστόσο, αν υπάρχει μια μέτρηση οστικής πυκνότητας πριν την εμμηνόπαυση μπορεί να αποτελέσει συγκριτικό στοιχείο για μελλοντικές μετρήσεις.
Η πρόληψη της οστεοπόρωσης
Ολες οι γυναίκες ανεξάρτητα από την ηλικία τους θα πρέπει να έχουν σωστή ενημέρωση για το τι σημαίνει οστεοπόρωση και πως μπορούν να την προλάβουν.
Παρ’ όλο που η οστεοπόρωση εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από κληρονομικά αίτια είναι δυνατόν, με μέτρα που θα πάρουμε σε νεαρή ηλικία, να προλάβουμε τις σοβαρές μελλοντικές επιπτώσεις της πάθησης. Ο κύριος στόχος στην πρόληψη είναι να αποκτήσουμε την μεγαλύτερη δυνατή κορυφαία οστική πυκνότητα. Με την έννοια κορυφαία οστική πυκνότητα εννοούμε την μεγαλύτερη τιμή οστικής μάζας που θα φθάσει κάποιος στο τέλος της σκελετικής του ανάπτυξης και ωρίμανσης, που ολοκληρώνεται στην ηλικία των 25 – 28 χρόνων. Επιδίωξη κάθε νεαρού ατόμου θα πρέπει να είναι η απόκτηση αυξημένων αποθεμάτων οστού, ώστε να υπάρχουν περιθώρια απώλειας οστικής μάζας σε μεγαλύτερη ηλικία και να είναι έτσι μειωμένος ο κίνδυνος να συμβεί ένα οστεοπορωτικό κάταγμα στο μέλλον.
Στα προληπτικά μέτρα που συνιστώνται για την επίτευξη αυτού του στόχου περιλαμβάνονται η σωστή διατροφή σε γαλακτοκομικά, που είναι η κύρια πηγή του απαραίτητου για τον οργανισμό μας ασβεστίου, η συνεχής, καθημερινή, αν είναι δυνατόν, σωματική άσκηση, και η αποφυγή αλκοόλ και καπνίσματος.
Ο ρόλος του ασβεστίου και της βιταμίνης D
Το ασβέστιο και η βιταμίνη D, είναι απαραίτητα στοιχεία για την υγεία των οστών μας σε όλες τις ηλικίες και σε όλη την διάρκεια της ζωής μας.
Το γάλα, το τυρί και το γιαούρτι δεν θα πρέπει να λείπουν από το καθημερινό μας διαιτολόγιο. Καλύτερα να προτιμάμε τις μορφές με χαμηλά λιπαρά και να διαλέγουμε αυτά που είναι εμπλουτισμένα και με βιταμίνη D . Επίσης θα πρέπει να ξέρουμε το πόσο σημαντικό ρόλο παίζει η βιταμίνη D στην υγεία τόσο των οστών μας όσο και του μυϊκού μας συστήματος. Κανονικά θα έπρεπε να καλύπτουμε τις ανάγκες μας σε βιταμίνη D με την συστηματική, αλλά χωρίς υπερβολές, έκθεση μας στον ήλιο, όλο τον χρόνο και όχι μόνο το καλοκαίρι . Η παγκόσμια οργάνωση υγείας συνιστά να λιαζόμαστε συχνά για 20 με 30 λεπτά χωρίς αντηλιακό. Συνήθως , ο τρόπος ζωής μας στις μεγάλες πόλεις δεν επιτρέπει να έχουμε σωστή διατροφή και συχνή έκθεση στον ήλιο, γι’ αυτό τα συμπληρώματα ασβεστίου και βιταμίνης D είναι απαραίτητα και οπωσδήποτε θα πρέπει να συνοδεύουν κάθε θεραπευτική αγωγή της οστεοπόρωσης
Ποιοι οι παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση οστεοπόρωσης;
Οι παράγοντες που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση της οστεοπόρωσης είναι η πρόωρη εμμηνόπαυση, το ιδιαίτερα χαμηλό σωματικό βάρος, η μειωμένη πρόσληψη σε Ασβέστιο και βιταμίνη D αλλά και οι «κακές» συνήθειες της καθημερινής μας ζωής όπως το κάπνισμα, η υπερβολική κατανάλωση καφέ και αλκοόλ καθώς και απουσία άσκησης.
Γίνεται λοιπόν αντιληπτό ότι αλλάζοντας τις καθημερινές μας συνήθειες μπορούμε να μειώσουμε την πιθανότητα εμφάνισης οστεοπόρωσης.
Σχετικά με τον θυρεοειδή, επειδή οι περισσότεροι ασθενείς ενδιαφέρονται για την σχέση που έχουν οι παθήσεις του θυρεοειδούς με την οστεοπόρωση θα πρέπει να γνωρίζουν ότι ο υπερθυρεοειδισμός ή η κακή ρύθμιση του υπερθυρεοειδισμού αποτελεί έναν επιπλέον προδιαθεσικό παράγοντα.
Η αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης.
Η επιλογή της θεραπευτικής αγωγής, το πότε πρέπει να ξεκινήσει, με ποια φάρμακα και για πόσο διάστημα, είναι κάτι που θα πρέπει να το αποφασίσει ο γιατρός ανάλογα με την περίπτωση του κάθε ασθενούς.
Υπάρχουν όμως γενικοί κανόνες που θα πρέπει να είναι γνωστοί και στους ασθενείς. Ετσι, θα πρέπει να τεθούν σε θεραπευτική αγωγή όταν η μέτρηση οστικής πυκνότητας δείξει τιμές χαμηλότερες των -2,5 Μονάδων. Επίσης χρειάζονται θεραπεία, ανεξάρτητα από τις τιμές της οστικής μάζας, αν υπάρχει ιστορικό προηγούμενου οστεοπορωτικού κατάγματος ή γυναίκες με οστεοπενία. που έχουν όμως πρόσθετους παράγοντες κινδύνου.
Αντι-οστεοπορωτικά φάρμακα
Σήμερα υπάρχουν αρκετά φάρμακα για την αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης. Μια κατηγορία αυτών των φαρμάκων μειώνει την οστική απώλεια ενώ μια άλλη ενισχύει την οστική παραγωγή. Η Καλσιτονίνη και τα Διφωσφονικά ανήκουν στην πρώτη κατηγορία, ενώ η Παραθορμόνη στην δεύτερη. Υπάρχει επίσης το Ρανελικό Στρόντιο που έχει μεικτή δράση. Τελευταία κυκλοφόρησε νέο φάρμακα που λέγεται Ντενοσουμάμπη και που ανήκει και αυτό στην πρώτη κατηγορία.
Η επιλογή του φαρμάκου γίνεται από τον γιατρό με βάση το ιστορικό, την ηλικία, το φύλο και την βαρύτητα της νόσου. Η χορήγηση αυτών των φαρμάκων μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους. Μερικά χορηγούνται από το στόμα, είτε κάθε ημέρα είτε κάθε εβδομάδα, άλλα με υποδόρια ή ενδοφλέβια ένεση σε διαστήματα πιο αραιά που μπορεί να είναι κάθε 6 μήνες ή κάθε χρόνο.
Αν συμβεί ένα οστεοπορωτικό κάταγμα ;
Η αντιμετώπιση ενός οστεοπορωτικού κατάγματος χρειάζεται την φροντίδα ενός ειδικού γιατρού (ορθοπαιδικού) και η θεραπεία θα είναι χειρουργική ή συντηρητική ανάλογα από το είδος, την βαρύτητα και την εντόπιση του κατάγματος. Εκείνο που έχει σημασία είναι να λάβει υπόψη του αυτός που έχει υποστεί το κάταγμα, ότι έχει πλέον αυξημένη πιθανότητα για επόμενα κατάγματα. Θα πρέπει λοιπόν να αντιμετωπίσει, με συστηματικό τρόπο, την οστεοπόρωση, η οποία και είναι η κύρια υπεύθυνη για την πρόκληση του κατάγματος του, προσφεύγοντας στους εξειδικευμένους γιατρούς που γνωρίζουν το συγκεκριμένο θέμα.
Πως αντιμετωπίζονται τα οστεοπορωτικά σπονδυλικά κατάγματα;
Τα σπονδυλικά κατάγματα που προκύπτουν από την οστεοπόρωση αντιμετωπίζονται συνήθως συντηρητικά βάζοντας τον ασθενή σε κλινοστατισμό ή σε περιορισμό των στο ελάχιστο. Συνιστάται επίσης να φορέσουν κηδεμόνες που στηρίζουν την σπονδυλική στήλη.
Τα τελευταία χρόνια έχουν δοκιμαστεί με αρκετή επιτυχία χειρουργικοί τρόποι αντιμετώπισης των καταγμάτων με μεθόδους που ονομάζονται σπονδυλοπλαστική ή κυφοπλαστική. Οι στόχοι αυτών των επεμβάσεων είναι να περιοριστεί ο πόνος και να αποκτήσει πάλι ο σπόνδυλος το σωστό του σχήμα, έτσι ώστε να περιοριστεί και το επακόλουθο των σπονδυλικών καταγμάτων που είναι το καμπούριασμα της ράχης. Πάντως, η ένδειξη για χειρουργική αντιμετώπιση ενός σπονδυλικού κατάγματος θα πρέπει να μπαίνει με αυστηρά κριτήρια και με πλήρη ενημέρωση του ασθενούς για τα υπέρ και τα κατά της μεθόδου.
Συμβουλές και παρακολούθηση Οστεοπόρωσης:
Στο ειδικό Εξωτερικό Ιατρείο
Του Εργαστηρίου Ερευνας Μυοσκελετικών Παθήσεων
Στο Νοσοκομείο ΚΑΤ